Sunday, June 5, 2016

Η κούκλα



Κι ήταν κι εκείνη η κούκλα που είχα φτιάξει μαζί με την κόρη της αδελφής του πατέρα μου, που έμενε μαζί μας με κουρελάκια, που είχα μαζέψει απ το ραφείο του ξαδέλφου μου. Μια ωραια κουκλίτσα με τα φορεματάκια της, τα εσώρουχα της και τα σεντονάκια της.
Και μια μέρα με πήρε ο πατέρας μου για να πάμε στην πρωτεύουσα Καμπάλα στην αδελφή του, την θεία μου.
Δυο ώρες δρόμο. Και καθόμουν μπροστά στη μηχανή, που φάνταζε τότε στα παιδικά μου μάτια σαν μηχανή μεγάλου κυβισμού σφίγγοντας στην αγκαλιά μου τη κουκλίτσα μου.
Κι όταν γυρίσαμε είδα ότι η κουκλίτσα δεν ήταν μέσα στη τσάντα του μπαμπά.
Και δεν την ξανάδα. Κι ούτε κανείς ξαναμίλησε γι αυτήν. Και δεν τη ζήτησα, ούτε την αναζήτησα.
Γιατί;
Γιατί ήμουν ορφανή και δεν έπρεπε να ενοχλώ κανέναν, ούτε τον πατέρα μου ούτε την μητριά μου.
Και πόσο ήθελα να υπήρχε μια φωτογραφία αυτής που ποτέ δεν γνώρισα, για να της πω το πόνο μου.

Δεν την γνώρισα την μητέρα μου. Πέθανε όταν ήμουν μερικών μηνών. 
Θυμάμαι, που όταν άρχισα να καταλαβαίνω, άκουσα να λένε ότι είμαι ορφανή. Τι σήμαινε ορφανή; Σήμαινε ότι η μητέρα μου είχε πεθάνει. Είχε πάει στον ουρανό και κάποια μέρα θα αναστηθεί. Δηλαδή κάποια στιγμή στο μέλλον θα ζωντανέψει!
Αυτό το μέλλον στο παιδικό μου μυαλό ήταν τόσο κοντινό, που την περίμενα να τη δω να έρθει και να με  αγκαλιάσει. Να με σφίξει δυνατά στην  αγκαλιά της και να μη φύγει ποτέ από κοντά μου, να μη με αφήσει. Πόσο μου έλειψε και πόσο μου λείπει, ακόμα και τώρα. Ο μεγάλος μου καημός.



No comments:

Post a Comment